Ξάπλωσα στο κρεβάτι και κοίταξα τα βαζάκια που ήταν αραδιασμένα στο κομοδίνο. «Έχουμε και λέμε» σκέφτηκα. Πήρα το πρώτο βαζάκι, το άνοιξα και με απαλές κινήσεις άπλωσα την κρέμα στο πρόσωπο. Στη συνέχεια, από το δεύτερο βαζάκι πήρα μια πιο γενναιόδωρη ποσότητα και την άπλωσα στα χέρια μου. δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στις γρατσουνιές. Τελειώνοντας τη ρουτίνα της ομορφιάς πήρα από το κομοδίνο δίπλα στα βαζάκια το χοντρό βιβλίο με το χρωματιστό εξώφυλλο και το άνοιξα. Ξεκίνησα να διαβάζω, μα σύντομα άρχισα να νυστάζω και να μη συγκεντρώνομαι. «Μπορεί ο Μόμπι Ντικ να μην τελειώσει φέτος, τουλάχιστον, όμως, θα έχω το πιο απαλό δέρμα του κόσμου» μονολόγησα πριν με πάρει ο ύπνος.