Μαίανδροι
Μα εκείνη πήγαινε από ψίθυρο σε ψίθυρο Να μη σωπαίνουν τα νερά, να μη σωπαινουν τα πουλιά Έριχνε βλέμμα τρυφερό…
Μα εκείνη πήγαινε από ψίθυρο σε ψίθυρο Να μη σωπαίνουν τα νερά, να μη σωπαινουν τα πουλιά Έριχνε βλέμμα τρυφερό…
Και αν δε φαντάστηκες Ότι τη νοιάστηκες Τότε δεν ήσουν δυνατός. Θέλω, τόση ώρα, να σου πω Ότι αλλάζει αποχρώσεις…
Και συνεχώς σου τριβελίζει το μυαλό το πότε κι αν ποτέ... Κι έρχεται η ώρα που σε παίρνει το ποτάμι,
Και αν με αρνήθηκες προδότρια για την ηδονή των ματιών σου για την ηδονή της γλώσσας σου για την ηδονή…
Θέλω να ακούω τα πουλιά να κελαηδούν πολύ πρωί. Ανυπομονώ να έρθουν τα χελιδόνια και να χτίσουν τις φωλιές τους.…
Οι μεγάλοι έρωτες έχουν ήδη πει Καλημέρα, έχουν ανταλλάξει φιλιά, έχουν κάνει σχέδια για το Σαββατοκύριακο. Ίσως έχουν μαλώσει, ίσως…
Βελούδινο σοκάκι ο μηρός λεκάνη πλατεία με αγάλματα λαιμός που οδηγεί στο κρυφό απάγκιο πίσω απ’ το λοβό. Στιλπνός καταρράκτης…
Απόψε κρεμάστηκα από τα λόγια σου από ένα ίσως και ένα θα κι έμεινα όλο το βράδυ μετέωρη
Σταμάτησα να γράφω. Σταμάτησα να εκφράζομαι. Να εκφράζω τον πόνο που έχω μαζέψει και μαζεύω. Ίσως ήταν το χειρότερο πράγμα…
Ύπνος και σιωπή Μια σκιά, να κάτσω να σταθώ για λίγο Μάτια κλειστά ή ανοιχτά, διάφορα πια να μην έχει