νέρωσε το κρασί

αλλοιώθηκε η καρδιά

 

ένα ποτήρι την κρατούσε

ένα θηλυκό

ΖΩΗ

 

μεγάλες γουλιές στις λύπες

μικρές στις χαρές

 

γέλασα λοιπόν μπροστά στον ουρανό

έκλεισα στεγνός σε άλλον ένα συνειρμό

 

μικρές φωνές που φώναζαν για έναν καιρό

είσαι μου έλεγαν θνητός

 

πονάς εσύ

μετρίασε σ΄ ένα πλήθος

 

δυο βήματα πριν την φυλακή

έσπασα και έγινα ξανά παιδί

 

μέσα σε μια τσέπη βρισκόταν όλα

λάθη, σωστά και πράγματα μισά

 

πλήρωσα με τη σειρά μου ένα κέρμα

αυτά τα κρασιά όμως ήταν κερασμένα

 

ήταν χαρισμένα από μια δύναμη χωρίς δέρμα με οστά

αυτά έμοιαζαν ζωντανά

 

είχαν συναισθήματα και περπατούσαν όρθια

λέξεις βγάζαν

όπλα σωστά

 

σε μια φυλακή μαζευτήκαμε όλοι

 

ποτήρια γεμάτα κρασιά

κάποια γεμάτα, κάποια λειψά

 

αν μείνεις εδώ

όλα είναι απλά

δυο ποτήρια γίναν ένα

μοιράστηκαν τον χορό

με άλλο ένα κέρμα

με τέσσερις γουλιές μεθύσαν

κοιμήθηκαν μαζί

ερωτευτήκαν

 

τι θέλω εγώ εδώ;

 

έμεινα αρκετά, αλλά μάλλον φεύγω

ένα παλτό ήταν αρκετό να με απαλλάξει

η μοναξιά μία ακόμα πράξη

 

σ΄ ένα δρόμο θα βρεθώ

με λίγο κρασί έμεινα εγώ

 

όταν χυθεί η τελευταία στάλα

ας είναι σκαλοπάτι σε μια σκάλα

 

 

 

Γρηγόρης Τσαλκιτζίδης

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *