Το μάνταλα

 

Κι ήτανε Τρίτη όταν με πήρε η φίλη μου η Βίκυ τηλέφωνο και με ρώτησε αν θέλω να γίνω πειραματόζωο.

Προφανώς και ναι, της απάντησα. Κι έτσι λίγο μετά τις 8 βρέθηκα σπίτι της. Εκεί με περίμεναν η θεία της και μία άλλη Γερμανίδα ψυχολόγος η Ολιάνα-αν θυμάμαι καλά-ειδική σε μια τεχνική που λέγεται GIM.

Η συνεδρία μου ανακοίνωσαν θα γίνει στα Αγγλικά.

Αφού με ρώτησαν ποιο θέμα με απασχολεί και τις είπα ότι όλη την ώρα σκέφτομαι τη δουλειά μου,τα εργαστήριά μου και πότε θα τελειώσω το Διδακτορικό, μου ζήτησαν να ξαπλώσω στον καναπέ. Και λίγο πριν ξαπλώσω πρόσθεσα και ένα ακόμη βασικό θέμα που με απασχολεί.

Η Κοζάνη δεν έχει θάλασσα!

Τότε μου ζήτησαν να φανταστώ ότι είμαι σε ένα πλοίο. Τις είπα, αν γίνεται να κολυμπάω και όχι να είμαι σε ένα πλοίο. Το δέχτηκαν.

Έπειτα, μου έβαλαν να ακούσω μια μουσική με βιολιά και να φανταστώ ότι είμαι κάπου στη θάλασσα και ότι έχει κύματα. Τις απαντώ ότι αυτή η μουσική δεν μου κάνει ούτε για θάλασσα, αλλά κυρίως ούτε για κύματα. Για αυτό και δίπλα μου έχω βουνά και δέντρα. Όμως, επειδή μου αρέσει η θάλασσα, θα προσπαθήσω να τη φανταστώ.

Μετά με ρώτησαν τι κάνω. Είμαι στο γραφείο μου και γράφω και μόλις ολοκληρώσω αυτό που γράφω, θα βουτήξω. Με άφησαν για λίγο και μετά με ξαναρώτησαν αν μπήκα να κολυμπήσω. Τις είπα όχι ακόμα, γιατί η μουσική με αποσυντονίζει και δεν μου μοιάζει καθόλου θαλασσινή. Ίσα ίσα με καλεί να χορέψω κάτι σαν τάγκο και να πιω ένα ποτήρι κρασί. Μετά με ξαναρώτησαν, αν κολυμπάω

Τι να κάνω; Μπήκα για κολύμπι. Καθώς κολυμπούσα συνάντησα και τρεις γοργόνες. Μοιάζαμε! Μισές γυναίκες μισές ψάρια… Πιάσαμε κιόλας και συζήτηση. Είπαμε ότι θέλουμε να βλέπουμε τους ανθρώπους γύρω μας χαρούμενους, είπαμε ότι μας αρέσει να ακούμε και να λέμε ιστορίες, είπαμε και για τους άντρες. Έπειτα, οι τρεις μου φίλες μου χάρισαν ένα κοχύλι και γω επειδή δεν είχα πάνω μου τίποτα, τις υποσχέθηκα ότι θα γράψω για αυτές μια ιστορία. Βέβαια, αποκλείεται να με πιστέψει κανείς ότι όντως τις συνάντησα, αλλά γενικά πάντα τους ανθρώπους τους ιντριγκάρουν οι ιστορίες που έχουν μαγικά πλάσματα.

Κι ύστερα τα βιολιά κάνουν μια έξαρση, ένα κρεσέντο-πώς το λένε- και γω ήθελα να δω τι έχει πιο κάτω η παραλία.

Αντί για αυτό βρέθηκα σε ένα δωμάτιο με καθρέφτες να δοκιμάζω φορέματα. Στο διπλανό δωμάτιο ήταν το γραφείο μου, που είχε ένα μεγάλο παράθυρο με θέα τη θάλασσα και στο άλλο δωμάτιο διοργάνωνα τα εργαστήριά μου κι ύστερα ακολουθούσε φαγητό στην αυλή κάτω από τα δέντρα. Σ’ αυτό το σημείο τόνισα πως αυτό είναι το όνειρό μου, αλλά δύσκολα να το καταφέρω σύμφωνα με τα σημερινά δεδομένα. Ο κόσμος δεν ενδιαφέρεται για αυτό, έτσι ώστε να μπορώ εγώ να βιοπορίζομαι από την τέχνη μου.

Επομένως, μια χαρά είναι έτσι όπως τα έχω καταφέρει μέχρι τώρα κι ας είμαι δεξιά κι αριστερά. Είμαι ευχαριστημένη με τον εαυτό μου.

Και εκεί τελείωσε η μουσική ή μάλλον τη σταμάτησαν. Οι δύο ψυχολόγοι μου ζήτησαν να σηκωθώ από τον καναπέ και να ζωγραφίσω όλα αυτά που είδα. Και όχι μόνο τα ζωγράφισα, αλλά σχολίασα πως εικαστικές μου ικανότητες ίσα που συναγωνίζονται ένα πεντάχρονο παιδάκι.

Και όταν ολοκλήρωσα τη ζωγραφιά μου, γέλασαν και ήταν πολύ χαρούμενες με τη συνεδρία μας. Πώς να μην είναι άλλωστε;

Το ξέρω, τις απάντησα, αυτά περίπου κάνω και γω στα εργαστήριά μου. Μόνο που αυτήν τη φορά άλλαξα ρόλο.

Ουδέν σχόλιον δεν έλαβα.

Και κάπως έτσι πέρασα το βράδυ της Τρίτης μου. Αναμνηστικό η ζωγραφιά μου- το μάνταλα, όπως χαρακτηριστικά μου είπαν-και η πρώτη μου φορά με ψυχολόγους.

 

 

Ελένη Γκόρα

4 thoughts on “Το μάνταλα”

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *