Πέντε ώρες στα Μπίτολα

Σάββατο χθες και ο καιρός φώναζε “καφές στον ήλιο!”.

Το αρχικό σχέδιο ήταν μία μικρή εκδρομή στη Φλώρινα και καφές δίπλα απ’ το ποτάμι.

Στον δρόμο αποφασίσαμε να συνεχίσουμε για Μπίτολα ή αλλιώς Μοναστήρι, μονάχα 29km από Φλώρινα.

Μιας και είχαμε τις ταυτότητές μαζί και πράσινη κάρτα για το αυτοκίνητο, αποφασίσαμε ότι ήταν μία εξαιρετική ιδέα να επισκεφτούμε τα πρώην Σκόπια.

Φτάσαμε πολύ γρήγορα. Σχεδόν μιάμιση ώρα από Κοζάνη. Στο τελωνείο δείξαμε τις ταυτότητες και το πιστοποιητικό εμβολιασμού και χωρίς καμία καθυστέρηση φτάσαμε στα Μπίτολα.

Η είσοδος της πόλης είναι μία σύνθεση παρακμιακών κτιριών και μίας προσπάθειας προόδου.

Λίγα χιλιόμετρα πιο μετά στο αριστερό μας χέρι θαυμάσαμε ένα μεγαλό πράσινο πάρκο με αρκετά ψηλά δένδρα. Επί κουμμουνισμού κάθε οικογένεια αναλάμβανε να φυτέψει κι από ένα δέντρο, με αποτέλεσμα σήμερα οικογένειες και παιδιά να χαίρονται τις ηλιόλουστες μέρες κάνοντας βόλτες, πικ-νικ και ρόλερς! Τα παιδιά μου φαινόντουσαν πιο αθώα. Σαν να απολαμβάνουν την πιο ξέγνοιαστη περίοδο της ζωής τους χωρίς τον φόβο και την αγωνία των μεγάλων μήπως κάτι κακό συμβεί στη γειτονιά. Ίσως και να ήταν η ιδέα μου, αλλά πραγματικά είχε πολύ κόσμο! Έκανε ζέστη κι όλοι φορούσαν κοντομάνικα και έτρωγαν παγωτό.

Μόλις τελείωσε το πάρκο, βρήκαμε μία θέση στάθμευσης ανάμεσα σε άλλα αυτοκίνητα καινούρια και καλογυαλισμένα.

Το πρώτο μαγαζί που συναντήσαμε είχε γκράφιτι και έπαιζε χάουζ μουσική. Αρκετοί έπιναν ποτά και μπύρες και διασκέδαζαν. Ο πεζόδρομος φαρδύς με πλάκες στερεωμένες. Στα αριστερά και στα δεξιά υπήρχαν μαγαζιά εμπορικά, καφετέριες και εστιατόρια. Τα περισσότερα από τα κτίρια ήταν νεοκλασικά και είχαν πολύ όμορφες λεπτομέρειες και εντελώς τουριστικά τράβηξα μερικές φωτογραφίες.

Καθίσαμε για καφέ. Δύο καφέδες και ένας φρεσκοστυμμένος χυμός πορτοκάλι κόστισαν μόλις πέντε ευρώ!

Στη συνέχεια κάναμε άλλη μία μικρή βόλτα και επιλέξαμε να καθίσουμε σε μία μικρή μπυραρία, η οποία σέρβιρε πίτσες, αλοιφές και σαλάτες. Η πίτσα εξαιρετική με λεπτή ζύμη. Το μπουγιουρντί πεντανόστιμο. Η τοπική μπύρα ελαφριά και και ευκολόπιοτη. Δίπλα μας μια παρέα νεαρών παιδιών έπινε και τραγουδούσσε με τη συνοδεία κιθάρας. Σε εύθυμο κλίμα δεν δίστασαν να μας καλέσουν να τραγουδήσουμε και να πιούμε όλοι μαζί! Όλα αυτά στα Αγγλικά, γιατί φυσικά δεν πιάναμε ούτε λέξη στα σλάβικα. Το φαγητό και οι μπύρες μας κόστισαν 14 ευρώ.

Κάναμε άλλη μία μικρή βόλτα χαζεύοντας τις βιτρίνες και τον κόσμο. Αρκετοί άνθρωποι είχαν σκυλιά ράτσας -περιποιημένα και καλοζωϊσμένα. Επί Τίτο-όπως πληροφορήθηκα αργότερα-, ο οποίος ήταν κυνόφιλος και κυνηγός, πέρασε στην κουλτούρα τους η αγάπη προς τα δεσποζόμενα ζώα.

Η ώρα πέρασε και άρχισε να νυχτώνει.

Κάναμε μία στάση σε ένα μίνι μάρκετ. Γεμίσαμε τις τσάντες με σοκολάτες και επιστρέψαμε. Έπρεπε να φάμε και κάτι γλυκό!

Αυτά προς το παρόν με τον καφέ στα Μπίτολα!

Ίσως επιστρέψω ξανά με ένα πιο κατατοπιστικό ταξιδιωτικό κείμενο.

 

 

Ελένη Γκόρα

 

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *