Έστησα το αυτί μου.

Ήθελα να μάθω από πού είναι. Περισσότερο για αραβικά μου έμοιαζαν αυτά που μιλούσαν. Αράβισσες, λοιπόν! Τρεις ζάμπλουτες Αράβισσες.

Καθόντουσαν στις ξαπλώστρες τους και χάζευαν στα κινητά τους. Ήταν αδύνατες με σιλικονάτα βυζιά και ωραία μαγιό. Τις έκοψα για κάτω από τριάντα και ύστερα σκέφτηκα* τι άραγε μπορεί να τις αγχώνει; Περισσότερο απ’ όλα πιστεύω όταν αντικρίζουν τον εαυτό τους στον καθρέφτη. Κι ύστερα το τι είδους γυμναστική θα κάνουν σήμερα. Πώς άλλωστε θα κρατήσουν αυτό το κορμί;

Καθόλου άσχημα.

Είχαν ήδη από δύο παιδιά η καθεμιά και ίσως είχαν κλείσει με αυτές τις δουλειές. Εξάλλου, φαινόταν πως δεν ήθελαν να ασχοληθούν με το ανάθρεμα των παιδιών ή μάλλον δεν ήταν αυτή μία ασχολία για κάποιες σαν κι αυτές. Για κάποιες με τη δική τους κοινωνική θέση.

Γι΄ αυτό άλλωστε είχαν φροντίσει. Ακριβώς από πίσω τους καθόντουσαν τρεις Φιλιππινέζες. Είχαν τα χέρια τους πίσω από την πλάτη, όταν έπρεπε και ήταν όλες τους ντυμένες πάνω κάτω το ίδιο. Καπέλο τζόκει, κοντομάνικο μακό μπλουζάκι, τζιν βερμούδα και σαγιονάρες. Οι Φιλιππινέζες ήταν οι γκουβερνάντες των παιδιών. Τα τάιζαν, τα στέγνωναν, τα άλλαζαν. Έπαιζαν κιόλας και μαζί τους. Κι όταν τα μικρότερα άρχισαν να νυστάζουν, πήραν όλα τα παιδιά και έφυγαν.

Και έμεναν οι τρεις Αράβισσες να χαζεύουν στα κινητά τους. Πού και πού κολυμπούσαν με τους άντρες τους στη θάλασσα. Και μετά οι άντρες εξαφανίζονταν και έμεναν πάλι οι τρεις Αράβισσες.

Αργότερα κατέφθασε ένας πιο μεγάλος κύριος και μία πιο μεγάλη κυρία. Μάλλον ήταν τα πεθερικά τους. Μπορώ να το πω αυτό με σιγουριά. Η μεγάλη κυρία δεν τις πολυμιλούσε. Ο μεγάλος κύριος καθόταν άνετος και παρατηρούσε τον κόσμο. Η μεγάλη κυρία έπινε. Κατέβαζε τα κέρατά της. Μπύρες, μοχίτο, κρασιά. Από τις δώδεκα έπινε. Και λέω τι ψυχολογικά μπορεί να έχει κι αυτήν η κακομοίρα; Κολυμπάει στο χρήμα.

Κι όμως, αν μιλούσαμε θα μου ‘λεγε* το χρήμα δεν μπορεί να αγοράσει τα πάντα.

 

 

 

Ελένη Γκόρα

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *