Μαθαίνω Ορθογραφία παίζοντας

 

Στη Θάσο είχαμε πάει διακοπές, όταν πήγαινα Δημοτικό.

Πολλές μνήμες δεν έχω.

Είχαμε ξεκινήσει με το εντελώς σοβιέτ όχημά μας, το λάντα νίβα.Στον δρόμο είχε χαλάσει το δεξί φλας. Σταματήσαμε σε ένα συνεργείο-δεν φτιαχνόταν. Μέσα στο άγχος ο μπαμπάς μου έκανε σινιάλο με τα χέρια. Είχε την οικογένειά.

Μείναμε στα Λιμενάρια. Σε κάτι ενοικιαζόμενα δωμάτια με μεγάλη αυλή και δέντρα. Εκεί παραθέριζαν και κάτι παππούδες με τα εγγόνια τους. Μόλις είδαν το όχημά μας το πέρασαν για πυροσβεστικό όχημα.

-Από την πυροσβεστική είναι παππού;

-Από την πυροσβεστική!

Τότε ακόμα στην Θάσο δεν είχε πολλά ξενοδοχεία.

Και μια μέρα μπροστά από εκεί που νοικιάζαμε, άρχισαν να ρίχνουν τσιμέντα.

Την επόμενη σταμάτησαν.

Το βραδάκι που συγκεντρωνόμασταν στην αυλή εκείνος ο παππούς, είπε:

-Κάποιος πρέπει να πήρε τηλέφωνο. Είναι κι οι καλοθελητές που αγαπάνε αυτόν τον τόπο και το πράσινο.

Μαθαίνοντας τη λέξη καλοθελητής, έγινε και κάτι άλλο που με είχε συνταράξει ως παιδί σε εκείνες τις διακοπές,

θυμάμαι.

Η καλοθελήτρα ιδιοκτήτρια των δωματίων, δασκάλα στο επάγγελμα, είχε ως καθαρίστρια ένα μικρό κορίτσι.

-Της μαθαίνω γράμματα κι αυτήν ως αντάλλαγμα αλλάζει τα σεντόνια, σκουπίζει, σφουγγαρίζει.

-Στο δικό μας δωμάτιο θα τα κάνω εγώ, είπε η μαμά μου.

Μακάρι να θυμόμουν πού ήταν αυτά τα ενοικιαζόμενα!

Θα περνούσα σήμερα και θα της έλεγα:

-Άστην να παίξει μαζί μας!

 

 

 

Ελένη Γκόρα

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *