Ιστορίες του μπαρ: Ο κερατάς
Καθότανε στο μπαρ.
Φαινότανε πικραμένος. Τον είχε χωρίσει για έναν άλλον. Του το είπε ξεκάθαρα. “Βρήκα άλλον τι δεν καταλαβαίνεις;” Δεν του είχε αφήσει περιθώρια να το προσπαθήσουν ούτε καν να το συζητήσουν.
Άλλωστε και τι να προσπαθήσουν; Μια τελειωμένη κατάσταση ήταν. Όμως, εκείνον τον πονούσε βαθιά αυτή η προδοσία.
Ποτέ δεν το περίμενε ότι με αυτήν την κοπέλα θα κατέληγε έτσι.
Ένιωθε ακόμα ερωτευμένος. Ή μάλλον ένιωθε τον εγωισμό του να έχει μετατραπεί σε έρωτα.
Όταν το είπε στους φίλους του, τον είπαν κερατά.
Κερατάς, αυτό ήταν.
Και κατέβαζε το ένα ποτό μετά το άλλο.
Κι αυτός ο μπάρμαν με τη μεζούρα τα μετρούσε. Σταγόνα δεν του ξέφευγε παραπάνω. Ώσπου κάποια στιγμή γυρνάει και του λέει:
-Για να μην το παιδεύουμε, φέρε το μπουκάλι!
Τώρα θα έπινε μέχρι να το αδειάσει.
Και μόλις το άδειασε πήγε στο σπίτι της πρώην του.
Στάθηκε μπροστά από το μπαλκόνι της και φώναξε:
-Πουτάνα, μια παλιοπουτάνα αυτό είσαι!
Ύστερα έβγαλε τη σαύρα του και κατούρησε τον τοίχο της οικοδομής.
Είδε το κάτουρό του να τρέχει και να μουσκεύει τον τοίχο.
Σήμερα το βράδυ θα κοιμότανε ήσυχος.
Σημάδεψε την περιοχή και μαζί με το άδειασμα της φούσκας του, άδειασε και το μέσα του για αυτήν.
Θα απαντούσε σε μία που τον καβλάντιζε τόσον καιρό.
Κι αυτήν την φορά δεν θα έμενε πιστός.
Θα κεράτωνε με κάθε ευκαιρία.
Πώς το έλεγε η πουτάνα η πρώην του;
“Κεράτωνε τον άντρα σου και μαγιά μην του κάνεις”.
Τι ειρωνεία…Και εκείνος όντως πίστευε ότι ήταν κάτι που είχε διαβάσει και της είχε αρέσει.
Πού να ‘ξερε.