Στην τελευταία έξοδο με τις φίλες μου δώσαμε ραντεβού στον Ξενία. Στα χέρια μας κρατούσαμε ζεστά ροφήματα απ’ το σπίτι. Στις τσάντες μας είχαμε αντισηπτικά. Κάτσαμε στα παγκάκια. Μεταξύ μας τηρούσαμε αποστάσεις ασφαλείας. Ούτε φιλιά. Ούτε αγκαλιές. Ήμασταν πεσμένες. Σε λίγες μέρες νιώσαμε στις συνήθειες σαν γερόντισσες σε σώμα τριαντάρας-πλας.
Μερικά μόνο αυτοκίνητα περνούσαν. Είχαν τα παράθυρα κατεβασμένα. Κοιτούσαν με περιέργεια να δουν ποιοι άλλοι τολμηροί προαυλίζονται.
Άλλοι έκαναν την καθιερωμένη τους βόλτα. Γονείς παρακαλούσαν τα παιδιά τους να τρέξουν, να εκτονωθούν. Αναρωτιόντουσαν σε ποια άλλη ερημιά να τα πάνε.
Όταν οι φόρμες μας κόλλησαν ρετσίνι από τα πεύκα που έσταζαν πάνω στο παγκάκι, αποφασίσαμε να βρούμε κάποια άλλα πεζούλια.
Ένα πεζούλι για την καθεμιά.
Κατηφορίσαμε στο προαύλιο του Ναού της Μεταμορφώσεως του Σωτήρους.
Όλες είπαμε:
-Τι παρακμή!
Και το εννοούσαμε.
Δεν κάτσαμε πολύ. Σε μια ώρα σφαλιστήκαμε στα σπίτια μας. Τώρα μιλάμε μόνο μέσω viber. Ανταλλάσσουμε χιουμοριστικές ατάκες που ψαρεύουμε. Στέλνουμε βίντεο με τα ντουλάπια και τα τρόφιμα. Μαλώνουμε η μια την άλλη να μην παχύνουμε.
Ραντεβού θα δώσουμε τον Απρίλιο. Κι άμα. Ίσως μέχρι τότε να κυνηγάνε με την απόχη όσους προαυλίζονται.
Προαυλισμός κατά μόνας από δω και πέρα.
Νομίζω ότι θα έρθουν κι άλλες τριάντα μέρες καραντίνας. Αυτές οι δεκατέσσερις που διανύουμε είναι μόνο η αρχή.
Δεν είναι λίγο πρωτόγονο να τα εναποθέτουμε όλα στον ήλιο που θα μας κάψει;
Δεν είναι λίγο σαν σενάριο από ταινία επιστημονικής φαντασίας;
Τον ήλιο τον αγαπώ, τις ταινίες αυτές τις μισώ. Ποντάρω στο φάρμακο. Ισραήλ, Αμερική, τι άλλο;
Ελένη Γκόρα