Η ώρα είχε πάει τρεις κι εγώ περίμενα ήδη μια ώρα στην αίθουσα αναμονής έξω απ΄ το γραφείο του CEO. Κάθε φορά που με καλούσε μ’ έπιανε εκνευρισμός, δεν έβλεπα την ώρα να τελειώσει.
Προς το παρόν περιορίστηκα να χαζεύω την ιδιαιτέρα του που και να παραδίνομαι στο αποχαυνωτικό SMR του ήχου των νυχιών της πάνω στο πληκτρολόγιο, που σαν νευρικοί δρυοκολάπτες καθαρόγραφαν memos και minutes.
Το σταθερό της επιτέλους, χτύπησε και μετά από ένα δουλοπρεπές “μάλιστα, αμέσως” μου έκανε το γνωστό νεύμα ότι επιτέλους μπορούσα να περάσω στα ενδότερα. Μετά το δεύτερο χτύπημα στην πόρτα-ήταν κοινός τόπος πια στην εταιρία ότι δεν άφηνε κανέναν να περάσει με τη μία- και το ξερό “ναι” που ακούστηκε άρχισα να ανεβοκατεβάζω το στρογγυλό πόμολο, που δεν έλεγε το αναθεματισμένο να ανοίξει. Μπρος πίσω, πέρα δώθε τίποτα.
Όπως τίποτα δεν προμήνυε τη θεαματική μου είσοδο μ’ ένα σώριασμα στο πάτωμα κι ένα πόμολο στο χέρι.
Δεν είχε φτάσει στ’ αυτιά μου βλέπεις ότι ο αφέντης είχε αυτοματοποιήσει το σύστημα υποδοχής στη γραφειάρα του κι είχε εγκαταστήσει αυτόματο άνοιγμα της πόρτας που το χειριζόταν ο ίδιος πατώντας το κουμπάκι κατά τρόπο παρόμοιο που ο Κιμ Γιονγκ Ουν εκτοξεύει τις βόμβες του στη Βόρεια Κορέα.
Αφού προσπάθησα να μπαλώσω την κουλαμάρα μου για να μη γίνει της Κορέας, ροκάνισα το χρόνο μιλώντας για τα νούμερα, τις πωλήσεις διανθίζοντας τον λόγο με “βεβαίως, εννοείται το επόμενο τρίμηνο θα πάμε πολύ καλύτερα”, “το διάγραμμα δείχνει ανοδική πορεία” κ.λπ., κ.λπ.
Το meeting έλαβε τέλος μετά χειραψίας κλασικά σφιχτής κι έντονης, μα κάθε άλλο παρά εγκάρδιας. ‘Οπως ήταν φυσικό, nature called!
Μετά από μία ώρα αναμονής και μία ώρα συνάντησης άρχισα να ψάχνω τουαλέτα. Και τι να δω;
Πάνω στο καινούριο άσπρο παντελόνι απ΄ τα Toi&Moi μια ολοστρόγγυλη κόκκινη κηλίδα.
Αυτό είναι γκαντεμιά, Ελένη μου!
Βίκυ Σπυροπούλου