Αντίο…
Στον Καθηγητή μου, Αλέξανδρο Ακριτόπουλο
Πριν από λίγες ώρες πληροφορήθηκα μέσω της σελίδας “Εταιρία Λογοτεχνών Θεσσαλονίκης” ότι ο Καθηγητής μου, Αλέξανδρος Ακριτόπουλος δεν είναι πια μαζί μας.
Το πρώτο πράγμα που έκανα ήταν να στείλω μέιλ στον κ. Κωτόπουλο για να ρωτήσω τι συμβαίνει. Στο μεταξύ κάλεσα τη σύζυγο του στο σταθερό και μιλήσαμε. Δεν άντεξα, ξέσπασα σε κλάματα.
Δεν ξέρω…Προτιμώ να τον θυμάμαι στο γραφείο του στο Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης στη Φλώρινα. Όταν για πρώτη φορά γνωριστήκαμε από κοντά και του ανακοίνωσα ότι θέλω να κάνω Διδακτορικό με δέχτηκε λέγοντάς μου: “Εννοείται πως δεν μπορώ να σου αρνηθώ αυτό που μου ζητάς. Εγώ πολέμησα για τη ΔΗΜΟΣΙΑ ΔΩΡΕΑΝ ΠΑΙΔΕΙΑ!”.
Το θέμα που του πρότεινα ήταν τόσο μακριά από αυτά που μέχρι τότε έκανε, αλλά τελικά τόσο κοντά. Θυμάμαι να του ανακοινώνω τους τίτλους από τα Βιωματικά Εργαστήρια Δημιουργικής Γραφής που σχεδίαζα και γελούσε. Αλλά γελούσε με το ύφος πώς το σκέφτηκες αυτό; Τι θα διδάξεις; “Ελένη, γιατί λες ότι είναι ψυχαγωγικό αυτό που κάνεις, είναι μάθημα, είναι επιστήμη…”, θυμάμαι μια φορά να μου λέει στο τηλέφωνο καθώς οδηγούσα και ύστερα να με μαλώνει “Κλείσε το τηλέφωνο και οδήγα!”.
Μετά ήρθε στη Διατριβή μου το κομμάτι της αξιολόγησης, της αξιολόγησης απ’ όσα άτομα παρακολουθούσαν τα εργαστήριά μου. Κι ήταν τότε που ανακοίνωναν ότι οι εκπαιδευτικοί για να διοριστούν, θα έπρεπε να αξιολογούνται από Συμβούλους. Κι είχε τόσο πολύ νευριάσει και θυμώσει, που οι συζητήσεις μας στρέφονταν στην πολιτική…
Κι όταν διορθώναμε τα αναλυτικά σχέδια μαθήματος των εργαστηρίων πάντα έδειχνε ιδιαίτερη εμμονή με την επιλογή των λέξεων, των σημείων στίξης. Ανοίγαμε ολόκληρες συζητήσεις για το αν έπρεπε για παράδειγμα, να επιλέξουμε ανάμεσα στον όρο εκπαιδευτική διαδικασία και εκπαιδευτική διεργασία και ποια είναι η διαφορά ανάμεσά τους. Αγαπούσε τα κόμματα. Πότε μπαίνουν και πότε δεν μπαίνουν.
Πάνω από 900 σελίδες ήταν η τελική κατάθεση της Διατριβής μου και δεν ξέρω πόσες φορές την είχε διαβάσει. Κάθε κεφάλαιο, κάθε ενότητα προσέχοντας και παρατηρώντας τα πάντα. Δεν προλάβαινα να του στείλω τις διορθώσεις που μου επεσήμανε και ενώ ψιθύριζα από μέσα μου, ωραία θα κάνω διάλειμμα για λίγο, μου ερχόταν πάλι πίσω το αρχείο με νέα σχόλια, με νέες βιβλιογραφικές αναφορές. Πού το βρίσκει το κουράγιο; Πότε πρόλαβε να τα δει και να μου απαντήσει σε δυο τρεις μέρες το πολύ; αναρωτιόμουν. Κι όμως ήταν εκεί, πάντα εκεί δίπλα μου.
Κάποιες μέρες αισθανόμουν τόσο ανεπαρκής και τόσο στα χαμένα, ιδίως όταν επρόκειτο για ζητήματα από θεωρητικούς της λογοτεχνίας και είχε τόση υπομονή να μου τα εξηγεί αναλυτικά και να με παραπέμπει σε συγγράμματα, που νόμιζα ότι έπρεπε να παλέψω με τέρατα. Κι όταν καμιά φορά παρέλειπα κάτι εσκεμμένα, γιατί δεν ήθελα να ζοριστώ άλλο, το θυμόταν κι επέμενε μέχρι να το δει…
Έμαθα τόσα πολλά δίπλα του όλα αυτά τα χρόνια-από τέλη του 2017 μέχρι το 2022. Ανταλλάζαμε πολλά ηλεκτρονικά μηνύματα, ήξερε σχεδόν τα πάντα για εμένα… Κι όταν βάλαμε την τελευταία τελεία ήταν τόσο περήφανος που μου εξομολογήθηκε “Ελένη, πέρασαν τόσες πολλές φοιτήτριες και τόσοι πολλοί φοιτητές από εμένα, αλλά εσύ δούλεψες. Το άξιζες!”.
Είχα χαρεί και είχα ταυτόχρονα στεναχωρηθεί τόσο πολύ που θα τον αποχαιρετούσα. Ένιωθα ότι έφευγε από εμένα ένα κομμάτι που τόσο είχα αγαπήσει και τόσο είχα ονειρευτεί να το δω να γίνεται πραγματικότητα, που δεν μπορούσα να φανταστώ πώς θα ήταν η ζωή μου έπειτα. Ήταν ο στόχος μου, αυτό που μου έδινε νόημα στην κάθε μου μέρα πρωί βράδυ. Μόνο αυτό σκεφτόμουν και τίποτε άλλο…
Το μόνο του παράπονο ήταν ότι δεν πέτυχα κάποια δημοσίευση σε ξενόγλωσσο περιοδικό. Η απάντησή που λάμβανα στο περίπου ήταν “Είναι τόσο ελληνικά…”. “Ελένη πρέπει να συνεχίσεις να το προσπαθείς!”, μου τόνιζε.
Κατεβάσαμε αρκετές δημοσιεύσεις σε Συνέδρια. Με άφηνε να πηγαίνω μόνη μου. Ήταν τέτοιος ο χαρακτήρας του. Ήσυχος, ευγενικός, εσωστρεφής. Το τελευταίο μας Συνέδριο ήταν τον Νοέμβριο του 2022 και σε ένα από τα μηνύματα που ανταλλάξαμε το μόνο που είχε πει ήταν: “Ελένη, το στομάχι μου…”. Τον είχα ρωτήσει, αν θα ερχόταν, αν και την απάντηση την ήξερα, αλλά όχι αυτή τελοσπάντων δεν την υποψιαζόμουν.
Φέτος το τελευταίο του σχόλιο ήταν για “Το παιδί και το ψάρι”, μια ποιητική συλλογή των παιδιών της Α’ Λυκείου του ΕΠΑΛ Γρεβενών. Θαύμασε το εξώφυλλο και τη δουλειά…Ειδα το όνομά του στην Επιτροπή Κρατικών Βραβείων Παιδικού Βιβλίου και στην Επιτροπή της ΕΛΘ.
Έγραφε κι εκείνος ποιήματα, μυθιστορήματα, μελέτες…Μου είχε εμπιστευτεί κιόλας ότι ήθελε να εκδώσει ένα ιστορικό βιβλίο και ότι διάβαζε πολύ για να συγκεντρώσει τις πληροφορίες.
Ήμουν η τελευταία του διδακτορική φοιτήτρια. Ήταν ο Επιβλέποντας μου. Λίγους μήνες μετά βγήκε στη σύνταξη. Δεν πέρασε ένας χρόνος και κάτι και…
Η τελευταία, ας πούμε, επίσημη στιγμή μαζί του. Στην αναγόρευσή μου. Κι είχα απορήσει γιατί δεν ήταν εκεί, αλλά ήταν χαρούμενος…
Δεν ξέρω πως θα ένιωθε, αν τα διάβαζε όλα αυτά.
Πόσο σκληρό αυτό το αντίο.