Πέμπτη βράδυ λίγο μετά τις έντεκα και ‘γω παίρνω την απόφαση να φτιάξω κέικ με μήλο, γαρίφαλο και κανέλα και από πάνω πασπαλισμένο με άχνη.
Το είχα τάξει στη μαμά μου.
Όταν θα γυρνούσε από το προγραμματισμένο χειρουργείο της, θα έβρισκε ένα πεντανόστιμο κέικ να την περιμένει, και κυρίως θα είχα ένα πεντανόστιμο κέικ να μασουλάω.
Βάζω λοιπόν, μουσική και ξεκινάω.
Ανάμεσα στα τραγούδια που άκουγα, τρώω ένα κόλλημα με το Alright των Supergrass.
Και ξεχνιέμαι!
Για την ακρίβεια ξεχνιέμαι τόσο πολύ, που παραλείπω να ανεβάσω τους βαθμούς στον φούρνο με αποτέλεσμα το κέικ να μην ψηθεί καλά.
Όταν το αντιλήφθηκα ήταν ήδη αργά.
Έκανα σχεδόν τα πάντα για να το σώσω. Ανέβασα τους βαθμούς ψησίματος στους 180 βαθμούς και το άφησα λίγη παραπάνω ώρα στην ψηλή σχάρα.
Ώπα, κι άλλο λάθος!
Έπρεπε να το σκεπάσω με λαδόκολλα ή να το μεταφέρω πιο κάτω.
Αν το έκανα αυτό, έστω και τελευταία στιγμή θα είχα το τέλειο κέικ!
Το λέω αυτό γιατί όταν πήγα να το ξεφορμάρω τορπιλίστηκε.
Πεντανόστιμο μεν, άθλιο σε εμφάνιση δε, πρωί βράδυ τρώω κέικ με γάλα ή μπισκότα.
Αυτή η συνήθεια σπάνια αλλάζει.
-Έλεν, φάε και τίποτε άλλο, ακούω μια φωνή κάπου πίσω πίσω!
Ελένη Γκόρα