Να σου πω ένα παραμύθι
το κουκί και το ρεβύθι
που μαλώνανε οι Εβραίοι
για ‘να ψάρι για ‘να χέλι
για ‘να κόκκινο τσεμπέρι.
Να σου πω κι άλλο ένα
τη γριά την Μπουρμπουλίνα
που μας έφαγε τη γλίνα.
τον γέρο τον Καψάλη
που δεν ήξερε να ψάλλει.
Πάω πάνω πάω κάτω
Βρίσκω μια εκκλησιά κλεισμένη
και σφιχτά μανταλωμένη
Τηνέ σπρώχνω δεν ανοίγει
Κάνει ο Θεός κι ανοίγει.
Βρίσκω λύκους να χορεύουν
αλεπούδες να μασλατεύουν
Ο σκαντζόχοιρος ο Λίρης
κάνει της χελώνας μάτι
κι η χελώνα τον εργάτη.
Μέσ΄ στην τρύπα της πάει και μπαίνει
το καβούκι της φοραίνει
Ξάφνου βγαίνει και απαγγέλνει
Να σου πω ένα παραμύθι
το κουκί και το ρεβύθι
που μαλώνανε οι Εβραίοι
για ‘να ψάρι για ‘να χέλι
για ‘να κόκκινο τσεμπέρι.
(ποίημα της προφορικής παράδοσης, καταγραφή: Ελένη Γκόρα)