Ήταν μια κουραστική μέρα στη σχολή.
Είχαμε πρόβα με τη θεατρική ομάδα. Ονειροπωλούσα. Τι ώρα θα τελείωνε; Θέλω να πώω σπίτι μου!
Ξαφνικά ακούω τη φωνή εκείνης της κοντής Κατίνας.
-Αριάδνη, μην χαζεύεις, κάνουμε πρόβα τώρα!
Δε σχολίασα τίποτα. Ώρες-ώρες αυτός ο κοντός και κουτσομπόλης διάολος με βγάζει εκτός εαυτού. Είναι μια στρουμπουλή κοντή Κατίνα. Είναι τέρμα αντιπαθητική . . . Περνάει τον εαυτό της για έξυπνη! Εγώ πάλι – προσωπικά- πιστεύω ότι φέρεται σαν τούβλο. Και είναι τούβλο. Προσπαθεί να χωθεί παντού! Σε δουλειές που έχουν σχέση με την παράσταση, σε δουλειές που έχουν σχέση με τη σχολή, με εμάς, με το ένα, με το άλλο! Χώνεται παντού, σου λέω! Και δεν την αφορά. Νομίζει μάλιστα, ότι είναι η καλύτερη απ’ όλους και το ρόλο που έχει τον απογειώνει κάθε φορά. Αλλά . . . οι υπόλοιποι θέλουν ακόμη πολύ δουλειά.
Το μόνο που απογειώνει κάθε φορά είναι το ρόλο της Κατίνας. Μόνο οδηγίες είναι:
-Δεν το κάνεις σωστά!
-Θα σας πω κάτι για τα σκηνικά! (κλείσε τα αυτιά, δεν αντέχεται, δεν υποφέρεται!)
-Θα γίνει αυτό που λέω εγώ, συμφωνεί και ο συντονιστής!
Μια μέρα με είχε εκνευρίσει τόσο πολύ που δεν ξέρω πως κρατήθηκα και δεν της όρμησα. Πήρα κι εγώ όμως την εκδίκησή μου. Το βράδυ είδα το καλύτερο όνειρο της ζωής μου. Είδα πως την χαστούκιζα. Και ήταν τόσο όμορφο! Πόσο υπέροχος ήταν ο ήχος που έκανε το χέρι μου που έσκαγε πάνω στο μάγουλό της και πόσο ωραία ήταν τα σημάδια των δαχτυλιδιών μου πάνω στο πρόσωπό της!
Πλέον αδιαφορώ για την παρουσία αυτού του κοντού, χοντρού διαόλου.
Είναι η Κατίνα της ομάδας.
Επάξια κέρδισε τον τίτλο: «Κοντή Κατίνα!»