Ίσως και να το ονειρεύτηκα
Κάποτε…
προτού ανακαλύψω το αποτρόπαιο μέρος του μικρού μου εαυτού,
προτού ακόμα μεταμορφωθώ σε αυτό το ψυχρό, πεθαμένο είναι,
ένα χελιδόνι είχε περάσει πάνω από τον τάφο μου.
Κι έμεινα σιωπηλή να το κοιτώ καθώς κοντοστάθηκε στο διπλανό κυπαρίσσι. Κι έμεινα σιωπηλή να το κοιτώ καθώς απομακρύνθηκε.
Μα πρέπει να ήταν νύχτα. Σκοτεινά όλα γύρω μας. Πώς άραγε είδα το μαύρο χελιδόνι;
Ίσως και να το ονειρεύτηκα.
Κάποτε προτού γεννήσω τούτο το τέρας, μετά από το αφηρημένο πέταγμα του χελιδονιού, ερωτεύτηκα την σιωπή.
Και την αγκάλιασα, και την φίλησα.
Και να που πληγώθηκα.
Τα ματωμένα χέρια μου αόρατα κινούνται πια. Πίσω από τρεμάμενους λυγμούς. Και διαλύω ξανά και ξανά το παρελθόν. Μα εκείνο ζωντανό ευθύς, ξαναπετιέται εμπρός μου.
Το τότε μαύρο χελιδόνι το ποθώ.
Την σιωπή την νοσταλγώ.
Ομολογώ πως είμαι δέσμια των κάποτε παροντικών καταστάσεων.
Φοβάμαι έφταιξε ο έρωτας.
Φοβάμαι πως είναι αργά.
Ο τάφος μου διαλύθηκε και το χελιδόνι δεν ξαναπέρασε.
Η σιωπή έγινε φασαρία.
Στα αυτιά μου, στο νου μου. Και ζαλίζομαι.
Νομίζω καταρρέω, μα δεν είναι κάτι που αρμόζει… αρμόζει να σταματήσω.
Δήμητρα Παπαδημητρίου