Δέκατη έκτη μέρα στο σπίτι και βγήκα για ψώνια. Άνοιξα μια καρτέλα δηλαδή, δίπλα από τις τόσες ανοιχτές και άρχισα να ψάχνω για έναν εκτυπωτή.

Πώς γίνεται ό,τι εκτυπωτή μου έχουν δώσει δώρο με λάπτοπ να μην λειτουργεί, δεν ξέρω!

Ο ένας μου έτρωγε το χαρτί και το βγαζε σαν βεντάλια, ο άλλος δεν συνδεόταν. Ε, τους πέταξα! Τζάμπα χώρο έπιαναν. Βέβαια, ακουμπούσα πάνω τους και τόσα πράγματα, ας μην τα αδικώ τα παιδιά! Σαν μικρά τραπεζάκια τους είχα-σαν αυτά που μας φέρνουν μπροστά στα πόδια μας στις γιορτές με τα σεμεδάκια και πάνω τους ακουμπάμε τα μεγάλα καλά πιάτα με τα κεφτεδάκια, τις πίτες, τα γιαπράκια, τα ρολά με κοτόπουλο, τα αγγουράκια σε λωρίδες και τις τυροσαλάτες, καμία σχέση! Εγώ πάνω τους ακουμπούσα βιβλία, τετράδια, λεξικά, κόρπους, κραγιόν, κούπες με καφέ ή τσάι, πιάτα με κέικ ή μπισκότα- αλλά τι να τους κάνω;

Τη δουλειά τους δεν την έκαναν. Τους έβγαλα έξω απ’ το σπίτι. Πήρα και τηλέφωνο την ανακύκλωση να ‘ρθει να τους φορτώσει μαζί με κάτι άλλους υπολογιστές. Αυτό δεν έγινε τώρα, έχει καιρό. Κάποια φορά ήρθε η ανακύκλωση, τους μάζεψε. Δεν ξέρω πού τους πήγε ή τι απέγιναν.

Και νά πώς μου ‘στριψε σήμερα με τον εγκλεισμό και είπα· πάει δεν γίνεται χωρίς εκτυπωτή! Και μέσα και χωρίς εκτυπωτή; Νομίζω ότι ήταν η πιο σοφή αγορά που έκανα. Έριξα και στο καλάθι και έναν σκληρό, γιατί την ξέρω την γκαντεμιά μου θα γράφω, γράφω, γράφω, γράφω κατεβατά και ο υπολογιστής μου μια μέρα θα αποφασίσει να ρίξει μαύρο.

Και επειδή πάντα μετά τα ψώνια ακολουθούσε μποτέ και καφές, έβγαλα και την τελευταία χαλάουα απ’ το ντουλάπι και την έβαλα στο καλοριφέρ να μαλακώσει. Με περιποιήθηκα με γρήγορες και συνοπτικές διαδικασίες-χρατς, χρατς, τέλος- και έκανα καφέ.

Άνοιξα την τηλεόραση και άκουσα τη μαγική λέξη:

“Ο κορονοϊός προκαλεί…”

Αυτό θα το κρατήσω για άλλη ιστορία.

 

 

 

 

 

 

Ελένη Γκόρα

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *