Ένα απόγευμα, μαζεύτηκαν καμιά δεκαπενταριά λιανόπαιδα, από τις γύρω γειτονιές, σε μια αλάνα.
Άναψαν μια μεγάλη φωτιά.
Βρήκαν ένα καζάνι, ναι, καζάνι, όπως Κοζάνη! Για την ακρίβεια τους περίμενε εκεί. Μια και δυο το έβαλαν πάνω στη
φωτιά και έριξαν μέσα, ό,τι είχε φέρει ο καθένας μαζί του.Ένα παλιό ποδήλατο, μια γυάλα, ένα βάζο παλιό της
μαμάς, ένα κάτι που έμοιαζε με βαλίτσα χωρίς ροδάκια, ένα κουρασμένο χρυσόψαρο, κάτι λασπόνερα, κάτι κλειδιά,
διάφορα άλλα μπαχαρικά και στο τέλος έριξαν και ένα κιλό ζάχαρη! Τα ανακάτωσαν καλά καλά και τ’ άφησαν να
βράσουν για τρεις ώρες. 
Έστρωσαν να φάνε. Το αποτέλεσμα τους δικαίωσε. Στα πιάτα δεν έμεινε τίποτα! Κοίτα να δεις! 
Με μια βαλίτσα, λίγα λασπόνερα και λίγη ζάχαρη, τι μπορεί να φτιάξει κάποιος!
Να θυμηθώ να γράψω κάπου τη συνταγή”.
 
 
Νo man’s land

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *