Κοίτα να δεις τώρα τι έχω πάθει.

Και αρρώστησα και παίζει το αριστερό μου μάτι. Από το πρωί έτσι είμαι.

Δεν ξέρω τελικά τι με ενοχλεί παραπάνω η βουλωμένη μου μύτη ή το τρελαμένο μου μάτι; Όχι, ότι από γεύση πάω καλύτερα, αλλά αυτή κάπως παλεύεται.

Χειρότερο πράμα από το να αρρωσταίνω ανοιξιάτικα δεν υπάρχει. Αλλά, εγώ αγάπη μου τη γρίπη μου δεν θα την αφήσω να με κρεβατώσει.

Σήμερα πήγα για μάθημα, έπειτα σε μία ημερίδα για την υγεία και τέλος και στα μαγαζιά-ένα καμπαρντινάκι θέλω να το πάρω.

Και ήταν κάπως περίεργα έξω με όλα τα καφέ και τα φαγάδικα κλειστά λόγω απεργίας για την υψηλή φορολογία. 

Ερημιά. Απέραντη ερημιά και ησυχία. Περπατούσα και κρατούσα στο χέρι μου ένα ανοιγμένο χαρτομάντιλο. Το κουνούσα στη Ρήγα Φεραίου λες και ήταν μεταξωτό μαντήλι.

Κυρία, κυρία, ακούω ένα παιδί να με φωνάζει. Έχετε και για μένα ένα, με ρωτάει. Ουουου, του απαντώ, μπόλικα! Και ‘σεις γριπωμένη είστε; Και γω, του λέω. Κυρία, τη γρίπη ακόμα κι αν δεν την ψάχνουμε τη βρίσκουμε, γιατί; Τι να του πω τώρα που ήταν με το κοντομάνικο κι εγώ με τη μύξα μου στο δρόμο. Γιατί δεν πάμε σπίτια μας. Γι’ αυτό, κυρία;

Γι’ αυτό!

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *